- λαμβάνοντι
- λαμβάνωapres part act masc/neut dat sgλαμβάνωapres ind act 3rd pl (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λαμβάνονθ' — λαμβάνοντα , λαμβάνω a pres part act neut nom/voc/acc pl λαμβάνοντα , λαμβάνω a pres part act masc acc sg λαμβάνοντι , λαμβάνω a pres part act masc/neut dat sg λαμβάνοντι , λαμβάνω a pres ind act 3rd pl (doric) λαμβάνοντε , λαμβάνω a pres part… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επίπεμπτος — η, ο (Α ἐπίπεμπτος, ον) [επιπέμπω] μαθημ. αυτός που περιέχει μία ακέραια μονάδα και επί πλέον το ένα πέμπτο της (1 + 1 / 5) νεοελλ. μουσ. ο αριθμητικός και αρμονικός λόγος τής συγχορδίας που παράγεται με διαστήματα τρίτης στη φυσική διατονική… … Dictionary of Greek